- ἀπόκρημνοι
- ἀπόκρημνοςsheermasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μάραγοι — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «οἱ ἀπόκρημνοι τόποι». [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ.] … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Σκιρωνίδες πέτρες, οι — και Σκιράδες, οι απόκρημνοι βράχοι στο Σαρωνικό απ όπου γκρέμιζε τα θύματά του ο Σκίρωνας (Κακιά Σκάλα) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)